Quantcast
Channel: ΦΩΤΟΔΕΝΔΡΑ ενός λεπτού ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ: Τελευταίου Σώματος στο Λίγο του Κόσμου
Viewing all articles
Browse latest Browse all 204

Οδυσσέα Ελύτη, Θέλει να ’χε άγριες πείνες άπνοιας ο Αύγουστος για να ζητάει μελτέμι

$
0
0
Δρέποντας μανταρίνια ή φιλοσόφων ρύακες αν όχι και κινούμενη πολίχνη μελισσών πάνω στην ήβη. Ας είναι! Μαύρον ήλιο κάνουν τα σταφύλια και λευκό πιο το δέρμα. Ποιος πλην του θανάτου μας διεκδικεί; Ποιος επ αμοιβή πράττει το άδικο; Έτσι με κάτι τέτοια πιάνεται ο κισσός και μεγαλώνει το φεγγάρι να βλέπουν οι ερωτευμένοι σε τι μπλε Ιουλίτας γίνεται τ’ αραχνοΰφαντο του πεπρωμένου να διαβάζεις ώστε πιο ευφυής πιο εύφωνος να κελαϊδάει ο μέσα μας κορυδαλλός απ’ το δικό του άμβωνα… Έτσι ομήλικος γίνεσαι στου κήπου τ’ άπατα να γαργαλιέσαι με τις εξαδέλφες σου. Αύριο θα μας ραντίσει νυχτολούλουδα περαστικός οργανοπαίχτης και θα μείνουμε παρ’ όλα αυτά μη ευτυχείς όπως συνήθως στην αγάπη. Όμως απ’ τη μαστίχα του πηλού της γης μια γεύση αιρετική ανεβαίνει μισή από μίσος κι όνειρο μισή από νοσταλγία... Εάν εξακολουθούμε να ’μαστε αντιληπτοί ως άνθρωποι που διαβιούμε κάτω από θόλους κατάστικτους με σμαραγδίσκων τρίτονες τότε η ώρα θα ’ναι μισό δεύτερον λεπτού μετά τη μεσημβρία και η τελειότης η άκρα συντελεσμένη σ’ ένα κήπο με υακίνθους!

Πλησίον μια μικρή βροχή μ’ όλους των άκοπων ακόμη Οπωροφόρων τους στενούς συγγενείς και τα παιδιά Μαζί μωβ ανθύλλια όλα στραμμένα ΔΥΤΙΚΑ ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ. Σωστά μίλησε λοιπόν αυτός που κατοικεί Ροδαμών και Ήβης γωνία, μ’ αστραπές μιλάει το άωρο και μ’ αγράμπελη προ των φιλιών το επάνω χείλι. Ιδού

 ΣΕ ΜΠΛΕ ΙΟΥΛΙΤΑΣ  (από το βιβλίο του Οδυσσέα Ελύτη ΔΥΤΙΚΑ ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ, Εκδόσεις Ίκαρος 1995)

Και σε θραύσμα Βρισηίδας και σε κοχύλι Ευρίπου
Εκείνο που εννοώ. Θέλει να ’χε άγριες πείνες άπνοιας ο Αύγουστος
Για να ζητάει μελτέμι ώστε στο φρύδι ν’ αφήνει λίγο αλάτι και
Στον ουρανό ένα μπλε που το όνομά του μέσα στα πολλά τ’ ακούς ευώνυμο
Στο βάθος όμως είναι μπλε Ιουλίτας
Λες και έχει ανάσας βρέφους πέρασμα προπορευτεί
Που βλέπεις τόσο καθαρά να πλησιάζουν απ’ αντίκρυ τα όρη
Και μια φωνή παλιού περιστεριού να σκίζει κύμα και να χάνεται.

 
Αν είναι άγιον το του αγαθού πάλι απ’ τον αέρα
Του επιστρέφεται. Τόσο από τα ίδια της παιδιά η Ευ-
Μορφία πληθαίνει και μεγαλώνει ο άνθρωπος πριν δυο και τρεις φορές
Τον παραστήσει ο ύπνος
Στον καθρέφτη του. Δρέποντας μανταρίνια ή φιλοσόφων ρύακες αν όχι και
Κινούμενη πολίχνη μελισσών πάνω στην ήβη. Ας είναι
Μαύρον ήλιο κάνουν τα σταφύλια και λευκό πιο το δέρμα
Ποιος πλην του θανάτου μας διεκδικεί; Ποιος επ αμοιβή πράττει το άδικο;
Μια συγχορδία η ζωή
όπου ένα τρίτος ήχος παρεμβάλλεται
Και είναι αυτός που λέει στ’ αλήθεια τι πετά ο φτωχός
Και τι μαζεύει ο πλούσιος; χαδούλια γάτας εύπλεκτα της λυγαριάς
Αψιθιές με κάπαρη λέξεις εξελικτικές με βραχύ το έναν φωνήεν
Ασπασμούς από τα Κύθηρα. Έτσι με κάτι τέτοια πιάνεται
Ο κισσός και μεγαλώνει το φεγγάρι να βλέπουν οι ερωτευμένοι
Σε τι μπλε Ιουλίτας γίνεται τ’ αραχνοΰφαντο του πεπρωμένου να διαβάζεις
 
Αχ! Δύσεις έχω δει πολλές κι αρχαίων διαβεί θεάτρων τα
Διαζώματα. Όμως δεν ποτέ ομορφιά που εδανείστηκεν ο χρόνος

Και κατά του μελανιού νίκη να επιτύχει και αγάπης έκταση να επιμηκύνει ώστε
Πιο ευφυής πιο εύφωνος να κελαϊδάει ο μέσα μας κορυδαλλός
Απ’ τον δικό του άμβωνα
Σύννεφο συνοφρυωμένο που τ’ ανεβάζει πούπουλο ένα σκέτο «μη»
Κι ύστερα πάλι πέφτει και χορταίνεις χορταίνεις χορταίνεις βροχή
Ομήλικος γίνεσαι του ανέγγιχτου χωρίς να το γνωρίζεις και
Συνεχίζεις στου κήπου τ’ άπατα να γαργαλιέσαι με τις εξαδέλφες σου
Αύριο θα μας ραντίσει νυχτολούλουδα περαστικός οργανοπαίχτης
Και θα μείνουμε παρ’ όλα αυτά λιγάκι μη ευτυχείς όπως συνήθως στην αγάπη
Όμως απ’ την μαστίχα του πηλού της γης μια γεύση αιρετική ανεβαίνει
Μισή από μίσος κι όνειρο μισή από νοσταλγία.
 
Εάν εξακολουθούμε να ’μαστε αντιληπτοί ως άνθρωποι που
Διαβιούμε από θόλους κατάστικτους με σμαραγδίσκων τρίτονες τότε

Η ώρα θα ’ναι μισό δεύτερον λεπτού μετά τη μεσημβρία
Και η τελειότης η άκρα
συντελεσμένη σ’ έναν κήπο με υακίνθους
Όπου τους αφαιρέθηκεν ο μαρασμός για πάντα. Κάτι φαιό
Που μια σταξιά μονάχα λεμονιού αιθριάζει οπόταν
Βλέπεις κείνο που απ’ την αρχή εννοούσα με στοιχεία καθαρά
Να χαράζεται
πάνω σε μπλε Ιουλίτας.
 

[ΤΟΙΧΟΓΡΑΦΙΕΣ λέξεων από το βιβλίο του Οδυσσέα Ελύτη: ΤΑ ΔΥΤΙΚΑ ΤΗΣ ΛΥΠΗΣ: Ας είναι άγιον εκείνο που εννοώ. Θέλει να ’χε άγριες πείνες άπνοιας ο Αύγουστος για να ζητήσει μελτέμι ώστε στο φρύδι τ’ ουρανού ν’ αφήνει ένα μπλε που το όνομά του μέσα στα πολλά τ’ ακούς ευώνυμο, δρέποντας η Ευ-Μορφία μανταρίνια ή φιλοσόφων ρύακες πληθαίνει και μεγαλώνει ο άνθρωπος στον καθρέφτη του στο βάθος όμως είναι μια κινούμενη πολίχνη μελισσών πάνω στην Ήβη. Ας είναι, μαύρον ήλιο κάνουν τα σταφύλια, μισό από μίσος και όνειρο και μισό από νοσταλγία

Viewing all articles
Browse latest Browse all 204

Trending Articles