Με αφοσίωση σ’ ακούνε οι λέξεις, αίσθημα του δριμύ χειμώνα δρέπουν και το στρέφουν να μαζεύει χαμομήλια και κάπως έτσι να γλυκαίνει ο καιρός. Κι άλλα πολλά και τερατώδη γράφουν οι λέξεις που δεν είπες, που και νεκρός να είσαι ντρέπεσαι να τα πεις με το γυμνό όνομά τους
Μερικά τα αποσιωπάς.
Όχι πως είσαι υποκριτής αλλά
λιγάκι σα να ντρέπεσαι που είναι τόσο λίγα
και σαν να κομματιάζεσαι τόσα πολλά που είναι.
Με αφοσίωση σ’ ακούνε οι λέξεις
σε αντιγράφουν και η πένα διψασμένη
ρουφάει όσο μελάνι αφήνουν πίσω τους
-σαν τις σουπιές – τα συνταρακτικά
θολώνει η σύλληψή τους.
Όπως σου υπαγόρευσε η μοίρα να τα ζήσεις
γραμμένα σε δικό της απορροφητικό χαρτί
έτσι ακριβώς κι εσύ τα υπαγορεύεις
στην άγνωστη ποιότητα του μέσου που διαθέτεις.
Καμιά φορά όταν η πένα μπάζει κρύο
γιατί οι προφυλάξεις έχουνε πετσικάρει
απ’ των δεινών την παλαιότητα
λίγο παραμορφώνεις την εικόνα –
αίσθημα που δριμύ χειμώνα δρέπει
το στρέφεις να μαζεύει χαμομήλια
Όλα ετούτα κι άλλα μαζί
τα παίρνει φεύγοντας ο χρόνος
σα να ’τανε δικά του.
Κάποια στιγμή του τα ζητάς τ’ ανοίγεις
θέλεις να δεις αν θυμάται το χαρτί όσα
του υπαγορεύεις γιατί ακόμα
και της άψυχης εγγύησης η μνήμη
με τον καιρό κι αυτή αδυνατίζει.
Ταράζεσαι χλομιάζεις βλέπεις
να ’χουν γραφεί πράγματα που δεν είπες
τον εαυτό σου αγνώριστο
κι οι πράξεις του θρασύδειλες
να ενοχοποιούν άλλων την προδοσία
ενώ η δική σου
σε ανύψωση
να θριαμβεύει ως θύμα
κι άλλα κι άλλα τερατώδη, επονείδιστα
που και νεκρός να είσαι
ντρέπεσαι να τα πεις
με το γυμνό όνομά τους.
Φρίττεις κι ερμηνεύεις
πως όλα είναι βγαλμένα
τάχα απ’ της γραφής το άρρωστο μυαλό.
Σε λιγοστεύει σε ταπεινώνει να παραδεχτείς
πώς όλα αυτά τα ανίδεα που γράφουμε
γνωρίζουνε για μας περισσότερα
και πιο αβυσσαλέα
απ’ όλα μισοξέρουν όσα ζήσαμε.
[Ανακινήστε καλά προ της χρήσεως… Προς τούτο εσωκλείονται οδηγίες. Αν τις διαβάσεις προσεκτικά – σύνθεση, προφυλάξεις, δοσολογία – θα δεις ότι τις ίδιες ακριβώς παρενέργειες επιφυλάσσει η μικρή δόση αγάπης και η μεγάλη. Οι λέξεις φταίνε, Αυτές ενθάρρυναν τα πράγματα ν’ αρχίσουν να συμβαίνουν. Για του λόγου το αληθές… Ιδού…]
Επώδυνη Αποκάλυψη (από τη συλλογή ΧΛΟΗ ΘΕΡΜΟΚΗΠΙΟΥ, Εκδόσεις Ίκαρος 2005)
Ό,τι λες στην πένα το γράφει.
Σκέφτεσαι θυμάσαι νομίζεις αγαπάς υπαγορεύεις.Μερικά τα αποσιωπάς.
Όχι πως είσαι υποκριτής αλλά
λιγάκι σα να ντρέπεσαι που είναι τόσο λίγα
και σαν να κομματιάζεσαι τόσα πολλά που είναι.
Με αφοσίωση σ’ ακούνε οι λέξεις
σε αντιγράφουν και η πένα διψασμένη
ρουφάει όσο μελάνι αφήνουν πίσω τους
-σαν τις σουπιές – τα συνταρακτικά
θολώνει η σύλληψή τους.
Όπως σου υπαγόρευσε η μοίρα να τα ζήσεις
γραμμένα σε δικό της απορροφητικό χαρτί
έτσι ακριβώς κι εσύ τα υπαγορεύεις
στην άγνωστη ποιότητα του μέσου που διαθέτεις.
γιατί οι προφυλάξεις έχουνε πετσικάρει
απ’ των δεινών την παλαιότητα
λίγο παραμορφώνεις την εικόνα –
αίσθημα που δριμύ χειμώνα δρέπει
το στρέφεις να μαζεύει χαμομήλια
και κάπως έτσι γλυκαίνει του κειμένου ο καιρός.
Όλα ετούτα κι άλλα μαζί
τα παίρνει φεύγοντας ο χρόνος
σα να ’τανε δικά του.
Κάποια στιγμή του τα ζητάς τ’ ανοίγεις
θέλεις να δεις αν θυμάται το χαρτί όσα
του υπαγορεύεις γιατί ακόμα
και της άψυχης εγγύησης η μνήμη
με τον καιρό κι αυτή αδυνατίζει.
Ταράζεσαι χλομιάζεις βλέπεις
να ’χουν γραφεί πράγματα που δεν είπες
τον εαυτό σου αγνώριστο
κι οι πράξεις του θρασύδειλες
να ενοχοποιούν άλλων την προδοσία
ενώ η δική σου
σε ανύψωση
να θριαμβεύει ως θύμα
κι άλλα κι άλλα τερατώδη, επονείδιστα
που και νεκρός να είσαι
ντρέπεσαι να τα πεις
με το γυμνό όνομά τους.
Φρίττεις κι ερμηνεύεις
πως όλα είναι βγαλμένα
τάχα απ’ της γραφής το άρρωστο μυαλό.
Σε λιγοστεύει σε ταπεινώνει να παραδεχτείς
πώς όλα αυτά τα ανίδεα που γράφουμε
γνωρίζουνε για μας περισσότερα
και πιο αβυσσαλέα
απ’ όλα μισοξέρουν όσα ζήσαμε.
[επιλογές λέξεων από την ΕΦΗΒΕΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΜΑΖΙστο ΛΙΓΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥτης Κικής Δημουλά. Λοιπόν, κάποια φορά ΜΕΤΑΦΕΡΘΗΚΑΜΕ ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΩΣ, στου σεντονιού τις όχθες, ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ.ΕΚΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ο φιλοπαίγμων μύθοςμας ακολουθεί, εκτός αν κλαίει το φεγγάρι οπότε βγαίνω στο μπαλκόνι το «Διότι» να ρωτήσω τι συμβαίνει. Μη φοβάσαι, είσαι ΕΠΙ ΤΑ ΙΧΝΗ ΗΧΟΥ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΕΩΝ. Γι’ αυτό πάρε μαζί σου για σιγουριά την απαίτηση να μην σ’ αγγίξω διόλου και σου υπόσχομαι εγκαίρως να ξυπνήσω ώστε να μην σε πάρει είδηση ο ύπνος σου ότι λείπεις. ΧΑΙΡΕ ΠΟΤΕ]