Η νύχτα ενταφιάζει αθόρυβα στον τύμβο της σιωπής της το σώμα της ημέρας, της μάνας των έργων μου. Κι εγώ, τα ορφανά κι ανήλικα τούτα έργα μου μαζεύω γύρω μου, και τα προετοιμάζω για την άγνωστη μητριά τους: την αυριανήν ημέρα (ΜΕΤΑΘΕΣΙΣ)
Τη… και εν… (από τη συλλογή ΕΡΗΜΗΝ 1958)
χωρίς ενθύμια και λυπημένους.
τούτο το ανέφικτο
έγινε φέρετρο.
Δυο χειροδύναμες λύπες το σήκωσαν,
και βρέθηκα στον τάφο μου
απ’ όπου ανωνύμως σας γράφω.
Ταυτότητά μου μην αναζητήσετε.
Δεν ωφελεί.
Απ’ τη φωτογραφία το ύφος υπέκυψε.
Το βλέμμα τρελάθηκε ήσυχα.
Όμως ό,τι για μένα
θα θέλατε να ξέρετε,
εκ ποίων δηλαδή πατρός και μητρός,
γεννηθείσα τη… και εν…,
οικοκυρά ή επιστήμων,
και προπαντός ορισμένη,
αυτά, απλώς αυτά,
του κατακλυσμού επέζησαν.
Ουτοπίες (από τη συλλογή ΕΡΗΜΗΝ 1958)
συναντώ τον Μάρτιο
ευδιάθετον,
υπαινιγμών πλήρη
περί ανοίξεως και λοιπά.
Αναβάλλω την υπόστασή μου
ανακόπτω τη σύμβασή μου
με το χειμώνα,
και διασπείρομαι σε χώμα.
Μια μικρή γη φυσική συντελούμαι,
ξαπλωμένη, απλωμένη
απέναντι στο
καθ’ όλα σύμφωνο
σύμπαν.
Φυτεύομαι άνθη,
ανθίζω συναισθήματα,
και είμαι πολύ καλά
εις άπλετον προορισμόν
και τοποθέτησιν.
«Απαγορεύεται η άνοιξις»!
ξάφνου μια πινακίδα – σύννεφο
απειλεί. Αμέσως
μια βροχή άρχισε κι έλεγε
εις βάρος της ανοίξεως
και εις βάρος μου,
ένας δύσθυμος άνεμος
μου κατάσχει τα άνθη,
μου κατάσχει τα συναισθήματα
και μ’ οδηγεί στο Γραφείο.
Παράβασις, λοιπόν, βαρεία,
και μάλιστα καθ’ οδόν,
από κυρία σχεδόν ώριμη,
με οικογενειακές υποχρεώσεις,
και πολυετή θητείαν
εις Δημοσίαν θέσιν
και χειμώνες.
Ασυμβίβαστα (από τη συλλογή ΕΡΗΜΗΝ 1958)
Φταίει που πάντα βιάζεται η άνοιξη,
φταίει που πάντα αργεί η διάθεσή μου.
Γι’ αυτό αναγκάζομαι
κάθε σχεδόν ποίημά μου για την άνοιξη
με μια εποχή φθινοπώρου
ν’ αποτελειώσω.
[Σημειώθηκε χθες διόγκωση της ματαιότητας. Αυτό, φυσικά, κανείς δεν το αντελήφθη. Κανείς από τους ελάχιστους «πλησίον μου»… Μονάχα εγώ που όρθια μπρος στο μεσίστιο μέλλον μου, σε στάση ανήμπορη αλλά κόσμια, άφησα να διαφύγει από το χώρο μου ένα ολόκληρο απόγευμα, σε μια ρευστότητα αθεράπευτη, γνωστή αλλ’ επιδεινωμένη… Ιδού…]
Κατακλυσμός του ανέφικτου
με παρέσυρε κι εξέλιπαχωρίς ενθύμια και λυπημένους.
Ύστερα,
σαν μια μικρή αποζημίωσης,τούτο το ανέφικτο
έγινε φέρετρο.
Δυο χειροδύναμες λύπες το σήκωσαν,
και βρέθηκα στον τάφο μου
απ’ όπου ανωνύμως σας γράφω.
Ταυτότητά μου μην αναζητήσετε.
Δεν ωφελεί.
Απ’ τη φωτογραφία το ύφος υπέκυψε.
Το βλέμμα τρελάθηκε ήσυχα.
Όμως ό,τι για μένα
θα θέλατε να ξέρετε,
εκ ποίων δηλαδή πατρός και μητρός,
γεννηθείσα τη… και εν…,
οικοκυρά ή επιστήμων,
και προπαντός ορισμένη,
αυτά, απλώς αυτά,
του κατακλυσμού επέζησαν.
Ουτοπίες (από τη συλλογή ΕΡΗΜΗΝ 1958)
Καθ’ οδόν
(7 και 30΄πρωινή προς εργασίαν)συναντώ τον Μάρτιο
ευδιάθετον,
υπαινιγμών πλήρη
περί ανοίξεως και λοιπά.
Αναβάλλω την υπόστασή μου
ανακόπτω τη σύμβασή μου
με το χειμώνα,
και διασπείρομαι σε χώμα.
Μια μικρή γη φυσική συντελούμαι,
ξαπλωμένη, απλωμένη
απέναντι στο
καθ’ όλα σύμφωνο
σύμπαν.
Φυτεύομαι άνθη,
ανθίζω συναισθήματα,
και είμαι πολύ καλά
εις άπλετον προορισμόν
και τοποθέτησιν.
«Απαγορεύεται η άνοιξις»!
ξάφνου μια πινακίδα – σύννεφο
απειλεί. Αμέσως
μια βροχή άρχισε κι έλεγε
εις βάρος της ανοίξεως
και εις βάρος μου,
ένας δύσθυμος άνεμος
μου κατάσχει τα άνθη,
μου κατάσχει τα συναισθήματα
και μ’ οδηγεί στο Γραφείο.
Παράβασις, λοιπόν, βαρεία,
και μάλιστα καθ’ οδόν,
από κυρία σχεδόν ώριμη,
με οικογενειακές υποχρεώσεις,
και πολυετή θητείαν
εις Δημοσίαν θέσιν
και χειμώνες.
Ασυμβίβαστα (από τη συλλογή ΕΡΗΜΗΝ 1958)
Όλα τα ποιήματά μου για την άνοιξη
ατέλειωτα μένουν.Φταίει που πάντα βιάζεται η άνοιξη,
φταίει που πάντα αργεί η διάθεσή μου.
Γι’ αυτό αναγκάζομαι
κάθε σχεδόν ποίημά μου για την άνοιξη
με μια εποχή φθινοπώρου
ν’ αποτελειώσω.
[επιλογές λέξεων από την ΕΦΗΒΕΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΜΑΖΙστο ΛΙΓΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥτης Κικής Δημουλά. Λοιπόν, κάποια φορά ΜΕΤΑΦΕΡΘΗΚΑΜΕ ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΩΣ, στου σεντονιού τις όχθες, ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ.ΕΚΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ο φιλοπαίγμων μύθοςμας ακολουθεί, εκτός αν κλαίει το φεγγάρι οπότε βγαίνω στο μπαλκόνι το «Διότι» να ρωτήσω τι συμβαίνει. Μη φοβάσαι, είσαι ΕΠΙ ΤΑ ΙΧΝΗ ΗΧΟΥ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΕΩΝ. Γι’ αυτό πάρε μαζί σου για σιγουριά την απαίτηση να μην σ’ αγγίξω διόλου και σου υπόσχομαι εγκαίρως να ξυπνήσω ώστε να μην σε πάρει είδηση ο ύπνος σου ότι λείπεις. ΧΑΙΡΕ ΠΟΤΕ ερήμην μου]