Εις επήκοον της μοναξιάς: ΧΡΟΝΟΣείναι ό,τι μεσολαβεί και μετατρέπει, ό,τι διαιρείται σε στιγμές. ΣΤΙΓΜΗείναι ένα τίποτε του χρόνου που όμως χωράει τ’ αποκορυφώματα… ΜΟΝΑΞΙΑδε είναι αυτή που φαίνεται στο βάθος πίσω ακριβώς από κάποιους ΦΘΙΝΟΠΩΡΙΝΟΥΣ ΑΝΘΡΩΠΟΥΣπου κουβεντιάζουνε μαζί σου σαν άγαλμα προς άγαλμα.
Ορισμοί (από τη συλλογή ΕΠΙ ΤΑ ΙΧΝΗ 1963)
και στων σπιτιών τους κήπους,
πάλαι ποτέ θεοί και τώρα τέχνη,
γνώσις μυθολογίας κι εξωραϊσμός.
Έτσι κι εσύ, θεά Αφροδίτη.
Σε συναντώ χρόνια τώρα,
μόνη, κατάμονη,
γωνία Κοδριγκτώνος και Κυψέλης
-μια διασταύρωση θνητών-
σ’ ενός σπιτιού τον κήπο,
ελάχιστον, όσο για να χωράει
το ξάφνιασμα που προκαλείς
κι ένα φυτό αναρριχώμενο που,
όταν του βάζει λόγια ο ήλιος,
σου αφήνει
μικρά σημάδια από σκιά
στο σχήμα και στο μέγεθος του φύλλου.
Και τώρα ήρθε πια η στιγμή,
Θεά Αφροδίτη, να μιλήσουμε
σαν ίσος προς ίσον. Θέλω να πω
σαν άγαλμα προς άγαλμα.
Λένε η Γη πως στρέφεται
περί τον πολυμήχανο άξονά της,
κι εκείνος μέσα μας.
Για να το καταλάβεις,
άξονας ή μοίρα
είναι αυτό που συνετέλεσε
ώστε να κουβεντιάζουμε τώρα οι δυο μας
σαν ίσος προς ίσον:
σαν άγαλμα προς άγαλμα.
Στρέφεται, λες ένα στρογγυλό
επίμονο κυνηγητό
της νύχτας πίσω από τη μέρα,
κι έτσι τελεσφορούν τα εικοσιτετράωρα.
Οξύ το πρόβλημα των εικοσιτετραώρων,
Θεά Αφροδίτη, ή και του χρόνου.
Χρόνος είναι
ό,τι μεσολαβεί και μετατρέπει.
Διαιρείται σε στιγμές.
Στιγμή είναι, βέβαια,
ένα τίποτε του χρόνου.
Όμως χωράει τ’ αποκορυφώματα,
Θεά Αφροδίτη.
Κι εκτός που διαιρείται σε στιγμές,
εκτός που τις μεγάλες ιστορίες
στο έλεος της μνήμης τις αφήνει,
απαραιτήτως διαιρείται
(όπως ίσως σου έδειξε
το αναρριχώμενο φυτό)
σε τέσσερις μεγάλες εποχές:
στο χειμώνα, στην άνοιξη
στο καλοκαίρι και, τέλος,
στο περίλυπο φθινόπωρο,
που υπερασπίζεται πολύ τ’ αγάλματα
και κάποιους φθινοπωρινούς ανθρώπους.
Φθινοπωρινοί άνθρωποι
είναι αυτοί
που κουβεντιάζουνε μαζί σου
σαν άγαλμα προς άγαλμα.
Εις επήκοον της μοναξιάς.
Μοναξιά δε είναι, Θεά Αφροδίτη,
αυτή που φαίνεται στο βάθος:
πίσω ακριβώς κι από τις δυο μας.
[«Κάθε τι ΜΙΑ φορά, ΜΙΑ φορά μόνο. ΜΙΑ φορά και ποτέ πια. Κι εμείς ΜΙΑ φορά μόνο. Δεύτερη ποτέ! Μα τούτη η μια φορά για να ’χει υπάρξει, δεν είναι κάτι που παίρνεται πίσω» R.M.RILKE- Νύχτωσε πάλι όπως χθες. Πάλι όπως χθες νύχτωσε. Χθες. Πάλι. Προσπάθεια μάταιη να χτυπηθεί το νόημα, η αλληλεγγύη του καημού, με όποια μετάθεση των λέξεων με όποια αποδέσμευσή του… Λοιπόν, καλύεταρα να παραμείνουν σε μια πεπατημένη πρόταση και εκ πρώτης όψεως αναίμακτη: Νύχτωσε πάλι όπως χθες]
Μ’ αρέσουνε οι διάφοροι θεοί
που συναντώ στα πάρκα, στα μουσεία,και στων σπιτιών τους κήπους,
πάλαι ποτέ θεοί και τώρα τέχνη,
γνώσις μυθολογίας κι εξωραϊσμός.
Σε συναντώ χρόνια τώρα,
μόνη, κατάμονη,
γωνία Κοδριγκτώνος και Κυψέλης
-μια διασταύρωση θνητών-
σ’ ενός σπιτιού τον κήπο,
ελάχιστον, όσο για να χωράει
το ξάφνιασμα που προκαλείς
κι ένα φυτό αναρριχώμενο που,
όταν του βάζει λόγια ο ήλιος,
σου αφήνει
μικρά σημάδια από σκιά
στο σχήμα και στο μέγεθος του φύλλου.
Και τώρα ήρθε πια η στιγμή,
Θεά Αφροδίτη, να μιλήσουμε
σαν ίσος προς ίσον. Θέλω να πω
σαν άγαλμα προς άγαλμα.
Λένε η Γη πως στρέφεται
περί τον πολυμήχανο άξονά της,
κι εκείνος μέσα μας.
Για να το καταλάβεις,
άξονας ή μοίρα
είναι αυτό που συνετέλεσε
ώστε να κουβεντιάζουμε τώρα οι δυο μας
σαν ίσος προς ίσον:
σαν άγαλμα προς άγαλμα.
Στρέφεται, λες ένα στρογγυλό
επίμονο κυνηγητό
της νύχτας πίσω από τη μέρα,
κι έτσι τελεσφορούν τα εικοσιτετράωρα.
Οξύ το πρόβλημα των εικοσιτετραώρων,
Θεά Αφροδίτη, ή και του χρόνου.
Χρόνος είναι
ό,τι μεσολαβεί και μετατρέπει.
Διαιρείται σε στιγμές.
Στιγμή είναι, βέβαια,
ένα τίποτε του χρόνου.
Όμως χωράει τ’ αποκορυφώματα,
Θεά Αφροδίτη.
Κι εκτός που διαιρείται σε στιγμές,
εκτός που τις μεγάλες ιστορίες
στο έλεος της μνήμης τις αφήνει,
απαραιτήτως διαιρείται
(όπως ίσως σου έδειξε
το αναρριχώμενο φυτό)
σε τέσσερις μεγάλες εποχές:
στο χειμώνα, στην άνοιξη
στο καλοκαίρι και, τέλος,
στο περίλυπο φθινόπωρο,
που υπερασπίζεται πολύ τ’ αγάλματα
και κάποιους φθινοπωρινούς ανθρώπους.
Φθινοπωρινοί άνθρωποι
είναι αυτοί
που κουβεντιάζουνε μαζί σου
σαν άγαλμα προς άγαλμα.
Εις επήκοον της μοναξιάς.
Μοναξιά δε είναι, Θεά Αφροδίτη,
αυτή που φαίνεται στο βάθος:
πίσω ακριβώς κι από τις δυο μας.
[επιλογές λέξεων από την ΕΦΗΒΕΙΑ ΤΗΣ ΛΗΘΗΣΕΝΟΣ ΛΕΠΤΟΥ ΜΑΖΙστο ΛΙΓΟ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥτης Κικής Δημουλά. Λοιπόν, κάποια φορά ΜΕΤΑΦΕΡΘΗΚΑΜΕ ΠΑΡΑΠΛΕΥΡΩΣ, στου σεντονιού τις όχθες, ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ.ΕΚΤΟΣ ΣΧΕΔΙΟΥ ο φιλοπαίγμων μύθοςμας ακολουθεί, εκτός αν κλαίει το φεγγάρι οπότε βγαίνω στο μπαλκόνι το «Διότι» να ρωτήσω τι συμβαίνει. Μη φοβάσαι, είσαι ΕΠΙ ΤΑ ΙΧΝΗ ΗΧΟΥ ΑΠΟΜΑΚΡΥΝΣΕΩΝ. Γι’ αυτό πάρε μαζί σου για σιγουριά την απαίτηση να μην σ’ αγγίξω διόλου και σου υπόσχομαι εγκαίρως να ξυπνήσω ώστε να μην σε πάρει είδηση ο ύπνος σου ότι λείπεις. ΧΑΙΡΕ ΠΟΤΕ ερήμην μου]