Quantcast
Channel: ΦΩΤΟΔΕΝΔΡΑ ενός λεπτού ΠΡΟΣΑΝΑΤΟΛΙΣΜΟΥ: Τελευταίου Σώματος στο Λίγο του Κόσμου
Viewing all articles
Browse latest Browse all 204

Ετοιμάζω μεγάλο ταξίδι στη βαθειά μακρινή μου αλλαγή με τις ίδιες κινήσεις που κάνει κανείς όταν μένει

$
0
0
Τι συμβαίνει; Και τι προαιώνια έχθρα το χωρίζει από αυτό που δεν συμβαίνει; Ασφυκτικά άδειο το ακροατήριο. Κανείς δεν θ’ απαντήσει; Ετοιμάζω μεγάλο ταξίδι. Με τις ίδιες κινήσεις που κάνει κανείς όταν μένει. Στη βαθειά μακρινή αλλαγή μου πηγαίνω. Τι συμβαίνει; Ποιος φόβος κλαίει κι είναι έτσι γλιστερό ό,τι αλλάζει; Είχα τόσα ζευγάρια μάτια για μακριά για κοντά για μέσα για έξω για έτσι για αλλιώς για τούτο για κείνο για ψηλά για χαμηλά για τις εκλείψεις των προσώπων τη χάση και τη φέξη γενικά των φαινομένων, τόσα ζευγάρια μάτια και ποια ωριμότητα κλεπτομανής τα πήρε αφήνοντάς μου μόνο ένα ζευγάρι να βλέπω τι μου κλέβεται. Ετοιμάζουν μεγάλο ταξίδι οι στάχτες. Ετοιμάζω μεγάλο ταξίδι. Με τις ίδιες κινήσεις που κάνει κανείς όταν μένει. Στη βαθειά μακρινή αλλαγή μου πηγαίνω. Τι συμβαίνει; Ποια νεκρή στάση ζωής τιμούν τόσες ομοβροντίες σιωπών; Τα μάτια ποιου Τελειωμένου έχουν κλάψει κι είναι έτσι γλιστερό ό,τι αλλάζει; Ποιο Τέλος άντεξε κατάμουτρα να πει στην Αρχή δεν σε γνωρίζω; Ετοιμάζουν μεγάλο αμφορέα οι στάχτες. Ετοιμάζω μεγάλο ταξίδι. Με τις ίδιες κινήσεις που κάνει κανείς όταν μένει, όπως μένει κανείς με τις ίδιες κινήσεις που κάνει όταν φεύγει. Στη βαθειά μακρινή αλλαγή μου πηγαίνω. Τι συμβαίνει; Μια καθυστέρηση ερωτεύτηκε το Έγκαιρο κι εκείνο την απόδιωξε: άσε με ήσυχο παλιόγρια. Βρωμόπαιδο Έγκαιρο, μαμόθρεφτε Χρόνε. Θα προφτάσω να φτάσω έγκαιρα στη μακρινή αλλαγή μου; Ποιος φόβος κλαίει κι είναι το πόσο απέχω και πού πάω βρεμένα ως το κόκκαλο; Κι όταν φτάσω εκεί πόσα θα χρειαστεί ακόμα να πεθάνουν, τι ομοβροντίες τιμητικές σιωπών κι άλλες θα ξανακούσω και πόσο θα μου μέλεται πάλι να ξεκινάω διαρκώς να ταξιδεύω σε όλο και βαθύτερη και μακρινότερη αλλαγή μου; Τελείωσα. Βγάζω το μοναδικό ζευγάρι μάτια που έχω και υποκλίνομαι. Το ασφυκτικά άδειο ακροατήριο κλαίει. Τι παν-κλάμα! [Κική Δημουλά ΠΑΝ ΚΛΑΜΑ από τη συλλογή ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ)

 [Ανακινήστε καλά προ της χρήσεως… Προς τούτο εσωκλείονται οδηγίες. Αν τις διαβάσεις προσεκτικά – σύνθεση, προφυλάξεις, δοσολογία – θα δεις ότι τις ίδιες ακριβώς παρενέργειες επιφυλάσσει η μικρή δόση αγάπης και η μεγάλη. Οι λέξεις φταίνε, Αυτές ενθάρρυναν τα πράγματα ν’ αρχίσουν να συμβαίνουν. Για του λόγου το αληθές… Ιδού…]

Το τελευταίο σώμα μου (από τη συλλογή ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ 1981)
Σ’ εσένα, Αίφνης, απευθύνομαι.



Αίφνης ονειροδίαιτο,
τρελά γενναίο καλλονό,
νόθο παιδί αγνώστων παραγόντων,
σ’ εσένα που το Σπάνιο
Σπάνιο το διατηρείς ,
δείχνοντας γρανιτώδη αδιαφορία
στο οδυνηρό, το λάγνο πάθος
που τρέφει για σένα η Συχνότητα.
Σπίθα απ’ την επίμονη τριβή
μιας προσμονής και μιας παραίτησης,
που στάμνες και δίψες γεμίζεις
χωρίς τη σύμπραξη κρήνης, πηγής.
Χρόνε Θεοκατέβατε,
μικρόσωμε,
που την τεράστια δύναμή σου συσσωρεύεις
αργοπορία συσσωρεύοντας,
Μεσσία μονολεκτικέ,
σεισμέ που γκρεμίζεις
τα αντισεισμικά μας Αμετάβλητα,
σ’ εσένα Αίφνης, κοσμοφόρα Μεσολάβηση,
σπαρακτικά απευθύνομαι
να ’ρθεις να ελευθερώσεις
το τελευταίο σώμα μου εδώ πάνω
το δουλοπάροικο παλμό του
να ελευθερώσεις
από τον πιο σκληρό
τον πιο αιμόφιλο
τον παρανοϊκό που μου ’τυχε αφέντη
τον σήκω-κάτσε
σήκω-κάτσε
σήκω-κάτσε…

Το πλησιέστερο
Κάτι πρωτόβγαλτα ως φαίνεται
στον κόσμο και στους νόμους του πουλάκια
κι εν τούτοις ήδη κουρασμένα
γιατί δεν είναι τα φτερά
άπτωτη εύνοια και προνόμιο,
ρωτούν εμένα, ποιον εμένα,
πού είναι το πλησιέστερο κλαδί
για ν’ ακουμπήσουν.
Δεν είμαστε καλά. Αν ήξερα εγώ
πού είναι το Πλησιέστερο
ότι έχει και βαθμό συγκριτικό
το ανύπαρκτο Πλησίον,
θα ’τρεχα να το πιάσω πρώτη εγώ,
όλο κι ανυποχώρητο,
κι ας ψόφαγαν πουλάκια
δίκια και προτεραιότητες
-κλαδιά σπασμένα το αλληλέγγυο.
Ας πάνε τα πουλάκια
τη μεγάλη Πείρα να ρωτήσουν
ν’ ακούσουν ό,τι είπε και σ’ εμένα
όταν ξεθεωμένη από κούραση άφτερη
τη ρώτησα πού είναι ν’ ακουμπήσω
το πλησιέστερο κλαδί.
Δεν είμαστε καλά είχε καγχάσει
η μεγάλη Πείρα:αν ήξερα εγώ
πού είναι το Πλησιέστερο
θα ’τρεχα να το πιάσω πρώτη,
όλο κι ανυποχώρητο,
κι ας ψόφαγες εσύ
γιατί το πλησιέστερο κλαδί
είναι ο θάνατός σου η ζωή μου.

ΤΡΕΧΑ ΓΥΡΕΥΕ
Πότε πότε μας θυμάται το μέλλον
όσο μακριά κι αν βρίσκεται,
όλο και κάποιο μήνυμα λαβαίνουμε,
γραμμένο πάντα βιαστικά
γιατί διαρκώς αναχωρεί
για πιο μακριά ακόμα.
Τι να το κάνεις;
Γραφτά που μένουνε αδιάβαστα.
Κανείς δεν ξέρει από μας
να διαβάσει τι γράφει το μέλλον.
Παρεκτός κάτι ελάχιστες
γραμματιζούμενες ελπίδες.
Τρέχα γύρευε.

ΤΑ ΥΠΕΡ ΤΗΣ ΣΥΝΗΘΕΙΑΣ
Με φόρεσες – σε φόρεσα
εκλογή μονοφόρι.
Πρώτα απ’ την καλή.
Με γύρισες μετά το μέσα έξω,
είχαν παρατριφτεί οι άκρες και οι μόστρες,
είχαν στραβοστομιάσει κι οι κουμπότρυπες
-θυμίζανε στροφές ξεχειλωμένες-
απ’ το πολύ κούμπωνε ξεκούμπωνε
την προφύλαξη, την επιφύλαξη,
τη διαφύλαξη κούμπωνε ξεκούμπωνε
τις ασταθείς των ημερών θερμοκρασίες
στα βαριά της χρονικότητας κλίματα.
Σκιστήκανε κι οι τσέπες,
χώναν εκεί τα ξυραφάκια τους
οι σκέψεις των χεριών.
Πάλι με γύρισες μετά – σε γύρισα
πάλι το έξω μέσα,
σάμπως οι πριν φθορές
να ’χαν στο μεταξύ ξεκουραστεί
και γιάνει,
και μια που το παλιό
δεν έχει πια καλή κι ανάποδη.
Όσο για το πού θα χτυπήσεις
και πού θα χτυπηθείς,
κανένα πρόβλημα.
Ούτε και τούτο έχει πια
όψη κι ανάποδη.
Έχει κι αυτό παλιώσει
-μέσα έξω γυρισμένες
τόσες φορές οι σφαίρες.

ΒΙΩΜΑ ΚΑΣΕΤΑΣ (από τη συλλογή ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ 1981)
Άνθισε η γη τα πάλι της
μα εμένα μου τελειώσανε τα πάλι:
μέλισσες πεταλούδες, άνεμοι επιβήτορες
κι όλα τα πηγαινέλα
θαυματουργής σκονίτσας λαθρεμπόρισσας
για να γεννάω επιφωνήματα α α α
κι επαναλήψεις ολοκαίνουργιες α α α
και λάθη-μέλι αχ,
χωρίς κεντρί η στιγμή.
Καμπουριαστή ευωδιά αγιοκλήματος,,
λιπόθυμη λευκότητα του γιασεμιού,
τατουάζ διάχυτο
στου σκοταδιού το πολυταξιδεμένο σώμα.
Άνθισε η γη τα πάλι της
μα εμένα μου τελειώσανε τα πάλι:
μαργαρίτες φυλλορίχτρες
μ’ αγάπησες δεν μ΄αγάπησες
λάθη-μέλι
άγνοια-κεντρί αχ.
Κι αυτά τα ανακόλουθα, τα ανεμόμυλα
μη με λησμόνει
άνθισαν πάλι και κορδώνεται
το ξέχασμα σαν κήπος.
Άνθισε πάλι το με ξέχασες.
Όλα βαθαίνουν σε κοιλότητες και μήτρες
κι η ετοιμότης του σπορέα ρόλου
ριγηλά πάλι βομβίζει.
Αλλά εμένα μου τελειώσανε τα πάλι
και πώς να συμπράξω;
Έχω βέβαια κρατήσει
σε θαυμαστήν απόδοση μαγνητοφωνημένο
το βόμβο του οργασμού,
μαγνητοφωνημένη τη βελούδινη επικάθιση
επιβητόρων αοράτων
σε βαθουλώματα βελούδινα προδιάθεσης
κι ανατριχιάζεις πώς ακούγεται
το ζαλιστικό ταξίδι της ερωτικής σκόνης
στις απότομες στροφές του ενδιάθετου,
πώς σκαρφαλώνει το αναστέναγμα
στις γλιστερές εκπληρώσεις.
Αλλά μπορώ πλαστή, με αντίγραφα,
να μπω στην ανανέωση;
Μπορώ κάθε φορά, είναι ζωή αυτή,
να ξαναγίνομαι το υπέρτατο βαθούλωμα
που ήμουν
και να σε ρυμουλκώ με μπαταρίες;

Θολή ως αργά βαστήχτηκε η μέρα. Σαν κάτι να συνέβαινε τριγύρω που έπρεπε να κρατηθεί κρυφό από το μάτι. Διπλές κουρτίνες μυστικότητας βαριά κλειστές. Κοντά σ’ αυτό, ανοιγόκλεινε τα μάτια της και μια ανησυχία, μη μ’ έπαιρνε και μένα αυτό το μέτρο, μη μ’ έκλεινε και μένα αυτό το κλείσιμο, μην ήμουνα κι εγώ ανακατεμένη σ’ αυτό το κάτι που συνέβαινε αφού είμαι ένα σημείο και αφού με λένε κάτι, μήπως εδώ διαπίστωνα θολότητα ήμουν κι εγω θολή και αποσιωπημένη. Ανησυχία παράλογη, παρασυρμένη απ’ τα δρακόντεια μέτρα που φοράει πρώτη δειλή φθινοπωρινή ημέρα [ΑΚΑΔΗΜΑΙΚΗ ΑΙΣΘΗΣΗ από το ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΣΩΜΑ ΜΟΥ Κικής Δημουλά]

Viewing all articles
Browse latest Browse all 204

Latest Images

Trending Articles