Η Ποίηση έγινε για να διορθώνει τα λάθη του Θεού· ή εάν όχι, τότε, για να δείχνει πόσο λανθασμένα εμείς συλλάβαμε την δωρεά του. Ενώ η αθωότητα ξεντύνεται το τελευταίο της ψέμα
Τριάντα αιώνες και πλέον ο άνθρωπος πασχίζει να βάλει τη μια λέξη κοντά στην άλλη με τέτοιον τρόπο που η σκέψη να εξαναγκάζεται να παίρνει καινούργιες, αδοκίμαστες στροφές. Ιδού που για πρώτη φορά η λειτουργία αυτή σταμάτησε. Είμαστε πανέτοιμοι για τη βλακεία (αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο)
Μια από τις πιο μεγάλες ηδονές ενός συγγραφέαείναι ότι εκτίθεται ανεπανόρθωτα. Εάν δεν είναι κρυψίνους –ανάγνωθι μέτριος– ξέρει ότι θα κάνει τέχνη από τις αδυναμίες και από τα πάθη του, πάει να πει θα τις μετατρέψει σε αρετές.
Ως ένα σημείο, η ποίηση λύνει προβλήματα·στο αμέσως υψηλότερο, θέτει καινούργια· στο ύψιστο, τα αίρει ως εκεί που παύουν ν’ αποτελούν προβλήματα.
Η δουλεία δεν είναι μόνο υπόθεση δυνάστηκαι δυναστευόμενου· είναι καρδιάς και συμφέροντος κακώς εννοουμένου, μέσα σ’ ένα και το ίδιο άτομο.
Πήραμε τη φύση για φύση και απαξιούμε να την ατενίσουμε μπας και μας εκλάβουν για τουρίστες. [Αναφορά στον Ανδρέα Εμπειρίκο, 1979. Ύψιλον, 1980]
Έλληνας σημαίνει να αισθάνεσαι και ν’ αντιδράς κατά έναν ορισμένο τρόπο, τίποτε άλλο.Είναι μια λειτουργία που έχει άμεση σχέση με το δράμα του Σκότους και του Φωτός που παίζουμε όλοι μας εδώ, σ’ αυτήν τη γωνιά της υδρογείου. Αν είναι κανείς μικρός ή μεγάλος, γεννημένος εδώ ή εκεί, με σημασία εθνική ή πανανθρώπινη, αυτό είναι ένα άλλο εντελώς ζήτημα [Γιάννης Τσαρούχης, Ανοιχτά Χαρτιά 1974]
Με την πρώτη σταγόνα της βροχής σκοτώθηκε το καλοκαίρι
Πριν απ’ τα μάτια μου ήσουν φως
Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί
Γυναίκα
Πριν απ’ τον Έρωτα έρωτας
Κι όταν σε πήρε το φιλί
Γυναίκα
Όλα τα κυπαρίσσια δείχνουνε μεσάνυχτα.
Όλα τα δάχτυλα
Σιωπή.
Όλα τα δάχτυλα
Σιωπή.
Μην παίζεις πια. Ρίξε τον άσο της φωτιάς. Άνοιξε την ανθρώπινη γεωγραφία.
Πέστε μου, αυτή που ανοίγει τα φτερά στο στήθος των πραγμάτων
Στο στήθος των βαθιών ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά;
Στο στήθος των βαθιών ονείρων μας, είναι η τρελή ροδιά;
[Προσανατολισμοί 1940]
Ό,τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα
Ό,τι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα.
Ό,τι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα.
Πάμε μαζί κι ας μας λιθοβολούν
Κι ας μας φωνάζουν αεροβάτες
Φίλε μου όσοι δεν ένιωσαν ποτέ με τι
Σίδερο με τι πέτρες τι αίμα τι φωτιά
Χτίζουμε ονειρευόμαστε και τραγουδούμε!
Κι ας μας φωνάζουν αεροβάτες
Φίλε μου όσοι δεν ένιωσαν ποτέ με τι
Σίδερο με τι πέτρες τι αίμα τι φωτιά
Χτίζουμε ονειρευόμαστε και τραγουδούμε!
[Ήλιος ο πρώτος 1943]
Ο καημός του θανάτου τόσο με πυρπόλησε, που η λάμψη μου επέστρεψε στον ήλιο. Κείνος με πέμπει τώρα μέσα στην τέλεια σύνταξη της πέτρας και του αιθέρος Λοιπόν, αυτός που γύρευα, είμαι. Ω λινό καλοκαίρι, συνετό φθινόπωρο Χειμώνα ελάχιστε Η ζωή καταβάλλει τον οβολό του φύλλου της ελιάς Και στη νύχτα μέσα των αφρόνων μ’ ένα μικρό τριζόνι κατακυρώνει πάλι το νόμιμο του Ανέλπιστου. |
[«Λακωνικόν». Έξι και μια τύψεις για τον ουρανό, 1960] |
Σα να μην κάτεχα, ο αγράμματος, πως είναι κει ακριβώς, μέσα στην άκρα σιγαλιά, που ακούγονται οι πιο αποτρόπαιοι κρότοι.
Κι όμως, από το τι είναιστο τι μπορεί να είναι, περνάς μια γέφυρα που σε πάει, ούτε λίγο ούτε πολύ, από την Κόλαση στον Παράδεισο. Και το πιο παράξενο: έναν Παράδεισο φτιαγμένον από τα ίδια υλικά που είναι φτιαγμένη ακριβώς και η Κόλαση. Δεν είναι παρά η αντίληψη για τη διάταξη των υλικών που διαφέρει ―ας την φαντασθεί κανένας επάνω στην αρχιτεκτονική της ηθικής και των αισθημάτων για να καταλάβει―, αλλά που είναι αρκετή ωστόσο για να προσδιορίσει την απροσμέτρητη διαφορά. Εάν η πραγματικότητα, που την διαμορφώνουν με το ήμισυ του δυναμικού των αισθήσεων και των αισθημάτων τους οι άνθρωποι, δεν επιτρέπει για την ώρα και ίσως δεν επιτρέψει ποτέ την άλλη αρχιτεκτονικήή, αλλιώς, την επαναστατική ανασύνθεση, το πνεύμα μένει ελεύθερο και, για την αντίληψή μου, παραμένει το μόνο που μπορεί να την αναλάβει. [ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ 1974]
Όπως σε ξέρει το φιλί κανένας δε σε ξέρει.
Αλλά με τις ξόβεργες μπορεί να πιάνεις πουλιά, δεν πιάνεις ποτέ το κελαηδητό τους. Χρειάζεται η άλλη βέργα, της μαγείας, και ποιος μπορεί να την κατασκευάσει αν δεν του ’χει από μιας αρχής δοθεί;
Η αλήθεια βγαίνει χυτή σαν το νιόκοπο άγαλμα, μόνον μέσ’ από τα καθάρια νερά της μοναξιάς· κι η μοναξιά της πένας είναι από τις πιο μεγάλες.
Νά γιατί γράφω. Γιατί η Ποίηση αρχίζει από κει που την τελευταία λέξη δεν την έχει ο θάνατος. [ΑΝΟΙΧΤΑ ΧΑΡΤΙΑ 1974]
Αμαρτία μου να ’χα * κι εγώ μιαν αγάπη(ΑΞΙΟΝ ΕΣΤΙ)
Μια φορά στα χίλια χρόνια του πελάγου τα τελώνια Μες στα σκοτεινά τα φύκια μες στα πράσινα χαλίκια Το φυτεύουνε και βγαίνει πριν ο ήλιος ανατείλει Το μαγεύουνε και βγαίνει το θαλασσινό τριφύλλι Κι όποιος τό βρει δεν πεθαίνει [...] Μια φορά στα χίλια χρόνια κελαηδούν αλλιώς τ’ αηδόνια Δε γελάνε μήτε κλαίνε μόνο λένε μόνο λένε: ― Μια φορά στα χίλια χρόνια γίνεται η αγάπη αιώνια Να ’χεις τύχη να ’χεις τύχη κι η χρονιά να σου πετύχει Κι από τ’ ουρανού τα μέρη την αγάπη να σου φέρει. |
[«Το θαλασσινό τριφύλλι», 1-9, 11-20, Τα Ρω του Έρωτα, 1972] Το ελάχιστο θέλησα και με τιμώρησαν με το πολύ [Φωτόδενδρο και η Δέκατη τέταρτη ομορφιά 1971] |
Τόσο δύσκολο, μα τόσο δύσκολο ν’ αφήσεις την εποχή σου να σε σφραγίσει, χωρίς να σε παραχαράξει.
Από κει και πέρα, μπορούμε να πούμε ότι η θέση του ήλιου μέσα στον ηθικό κόσμο, παίζει τον ίδιο ρόλο που παίζει και μέσα στη φύση των πραγμάτων. Αλλά είναι μια κόψη του ηθικού και του πραγματικού κόσμου ο ποιητής. Το μέρος του σκότους που εξουδετερώνεται μέσα του από τη συνείδηση, προσμετράται σε φως που επαναστρέφεται ξανά επάνω του για να κάνει ολοένα πιο καθαρό το είδωλό του, το είδωλο του ανθρώπου. Αν υπάρχει μια ανθρωπιστική άποψη για την αποστολή της Τέχνης, μόνον έτσι, πιστεύω, μπορεί να νοηθεί. Σα μια λειτουργία αόρατη και πανομοιότυπη, του μηχανισμού που ονομάζουμε Δικαιοσύνη και δε μιλώ, φυσικά, για τη Δικαιοσύνη των Δικαστηρίων αλλά για την άλλη που συντελείται αργά και το ίδιο επώδυνα μέσα στις διδασκαλίες των μεγάλων ταγών της ανθρωπότητας, μέσα στους πολιτικούς αγώνες για την κοινωνική απελευθέρωση, μέσα στα πιο υψηλά ποιητικά επιτεύγματα. Από μια τόσο μεγάλη προσπάθεια, οι σταγόνες το φως πέφτουν αργά κάθε τόσο μέσα στη μεγάλη νύχτα της ψυχής, όπως οι σταγόνες το λεμόνι μέσα στο μολυσμένο νερό.
[«Το χρονικό μιας δεκαετίας», Ζ. Ανοιχτά Χαρτιά. Αστερίας, 1974] Λέω: κι αυτό θα ’ρθει. Και τ’ άλλο θα περάσει. Πολύ δε θέλει ο κόσμος. Ένα κάτι Ελάχιστο. Σαν τη στραβοτιμονιά πριν από το δυστύχημα Όμως Ακριβώς Προς Την αντίθετη κατεύθυνση Αρκετά λατρέψαμε τον κίνδυνο κι είναι καιρός να μας το ανταποδώσει. [Τα ετεροθαλή 1974] |
[ΠΗΓΗ: Παραθέματα από το έργο του Οδυσσέα Ελύτη, ΣΠΟΥΔΑΣΤΡΙΟ ΝΕΟΥ ΕΛΛΗΝΙΣΜΟΥ http://www.snhell.gr/ ]